Παλιά, το ντύσιμο εξέφραζε τη δουλειά και τη τάξη κάποιου.
Μπορούσε κανείς να υποθέσει τι δουλειά έκανε κάποιος άντρας, από τον ενδυματολογικό κώδικα που ακολουθούσε, κάτι που στην εποχή μας δε συμβαίνει.
Η ακριβής προέλευση του smart casual είναι δύσκολο να εντοπιστεί.
Ο όρος πιστεύεται ότι εμφανίστηκε γύρω στη δεκαετία του 1980, αλλά ήταν σε κοινή χρήση κατά τη διάρκεια του περασμένου αιώνα.
Η πρώτη καταγεγραμμένη χρήση του όρο χρονολογείται πίσω στο 1924, όταν έγινε αναφορά που όμως αφορούσε το γυναικε΄θιο ντύσιμο, στην εφημερίδα Iowa The Davenport Democrat And Leader.
Αργότερα, το 1950, ο όρος smart casual εισήλθε στο αντρικό ντύσιμο, περιγράφοντας ένα ντύσιμο πιο χαλαρό σε σχέση με το επίσημο business look.
Άρα λοιπόν, το smart casual σχετίζεται με κάποιον τρόπο με το business casual και τα δύο χρησιμοποιούνται συχνά εναλλακτικά, παρόλο που είναι διαφορετικά: το ένα είναι για τη δουλειά και το άλλο δεν είναι.
Το Smart casual προτείνει μια ενδιάμεση κατάσταση μεταξύ επίσημου ντυσίματος και άνεσης-έκφρασης.
Αυτό βέβαια μπορεί να δημιουργήσει σύγχυση σε κάποιους που μπορεί να οδηγήσει σε ατυχείς συνδυασμούς, γι’ αυτό χρειάζεται να έχεις κατά νου μερικές βασικές αρχές.
Όποιος ορισμός και αν δοθεί στο smart casual, σίγουρα θα είναι κάτι διαφορετικό σε σχέση με το smart casual του προηγούμενου αιώνα.